Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Το "αέρισμα"

Δάκρυα γέμιζαν τα ματιά μου.....η γενναιοδωρία της ήταν τόσο μεγάλη που λέξη δεν μπορούσε να βγεί απο το στόμα μου... την κοίταζα στα μάτια, κάθε της λέξη με ανατριχιαζε, δεν μπορούσα να αντέξω άλλο. Τόσο μεγαλείο κρυμμένο σε έναν άνθρωπο, σε έναν απλό και ταπεινό άνθρωπο, κρυμμένο σε εκείνη! Ένιωθα ευγνωμοσύνη που την γνώρισα...που βρέθηκα δίπλα της, που πέρασε χρόνο μαζί μου. Αλήθεια πόσοι έχουν την τύχη να γνωρίσουν έναν τέτοιο άνθρωπο?  (Η τύχη είναι μια λέξη με διττή σημασία (καλή ή κακή. δεν μπορώ να μην βάλω και δυό γνώσεις που έχω βρε αδερφέ, καταλαβαίνεις. Βέβαια ποτέ δεν θα σε φτάσω με ξεπερνάς, α, όλα κι όλα όμως το σωστό να λέγεται. )συνεχίζω... Ήταν σεμνή, ταπεινή. Στην αρχή, η αλήθεια είναι μπερδεύτηκα, δεν την αναγνώρισα. Είχα καιρό να την δώ και όπως ήταν ντυμένη, με την φουστίτσα μέχρι το γόνατο και το πουκαμισάκι, την πέρασα για "κλητήρα" . Σε πέντε λεπτά θα έβγαινε. Όλα ήταν έτοιμα, φώτα, μακιγιάζ, τελευταία πρόβα πριν την επίσημη έναρξη. Πήρα μια καλή θέση για να την βλέπω καλύτερα, δεν ήθελα να χάσω ούτε την παραμικρή λεπτομέρεια απο την περφορμανς (performance, διότι μιλάμε και την αγγλικήν γλώσσαν). Η στάση της ήταν ευλαβική (το απαιτούσε ο ρόλος), κράταγε ένα μαντιλάκι και το στριφογύριζε στα δαχτυλά της. Μπήκε στη σκηνή και το υπόλοιπο cast και ξεκίνησε το νταβαντούρι. Το βάρος της παράστασης ήταν επάνω της, οι υπόλοιποι είχαν δυό-τρείς ατάκες. Ίσα-ίσα για να της δίνουν πάσες να συνεχίζει το μονόλογο... Μίλαγε, η προσοχή μας ήταν στραμμένη πάνω της. Ανατρίχιαζα, τι ταλέντο είναι αυτό, σκεφτόμουν συνέχεια απο μέσα μου. Δεν πρέπει να χαραμίζεται μόνο σε ερασιτεχνικά μονόπρακτα. Πρέπει ο κόσμος όλος να μάθει το ταλέντο της! Η παράσταση πλησίαζε προς το τέλος. Είχε μπεί πια για τα καλά στο πετσί του ρόλου. Και ενώ η ένταση κορυφωνόταν εκείνη δεν παρασυρόταν. Ούτε στην τελευταία πράξη. Μεγαλειώδης ερμηνεία. Μόλις τελείωσε ξεσπάσαμε σε γέλια και χειροκροτήματα. Μας κοίταξε με απορία. Την απορία την δική μας, που μας κοίταξε με απορία, μας την έλυσε στο τέλος το παιδί που ήρθε να μαζέψει χρήματα. (μαζεύουν οτι μπορούν για να αγοράσουν τα κοστούμια! για την επόμενη παράσταση)Ό,τι έχεται ευχαρίστηση μας είπε. Και του απάντησα:Το καλύτερο που μπορώ να κάνω είναι να δώσω 5 ευρΩ! Εκεί έμαθα οτι δεν ήταν κωμικός ο ρόλος της αλλα δραματικός. Βέβαια όλοι νιώσαμε λίγο άσχημα για την αντιδρασή μας αλλά οι εκφράσεις της και όλος ο τρόπος γενικά που μίλαγε ήταν για γέλια. Είμασταν όλοι σίγουροι οτι έπρεπε να παίξει στο πλευρό του Σεφερλή. Φεύγοντας είδα το αγόρι που είχε έρθει να μαζέψει τα χρήματα πρίν λίγο, να την αγκαλιάζει, προφανώς γιατί τα είπε ωραία. Απο την συγκίνηση "αερίστηκα" (μισή ώρα κρατιόμουν). Και συνέχισα το δρόμο μου...

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012


Είμασταν όλοι εκεί......εσύ όμως δεν ήσουν!
Περίμενα, περίμενα, περίμενα. Τίποτα.
Δάκρυα γέμιζαν τα μάτια μου αλλά έσφιγγα τα δόντια για να μην τρέξουν σαν χείμαρος στα μάγουλα μου.
Το πολύ κρασί με είχε ζαλίσει, η μουσική είχε χάσει πια τη μελωδικότητα της και ακουγόταν σαν σφυρί που χτυπάει πάνω στο αμόνι. Δεν άντεχα άλλο και ξαφνικά μέσα σε όλη αυτή τη δίνη :φώτα, μουσική, άνθρωποι , σηκώθηκα άνοιξα την πόρτα και άρχισα να τρέχω σαν τρελός στο δρόμο.
Μπορεί να έτρεχα και καμιά ώρα (πολύ καλά πνευμόνια για καπνιστή) . Έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα.
Ένταξει κάποια στιγμή κουράστηκα και το έριξα στο περπατημα (παλιά μου τέχνη κόσκινο).
Κοντοστάθηκα σε μια γωνιά για να συγκεντωσω τις σκέψεις μου και να δώ τι θα κάνω.
Ήταν ξεκάθαρο, θα σε ψάξω. Επέστρεψα να πάρω το αυτοκίνητο (με το πόδι να το πάρω δεν γινόταν θα καταλάβεις μετά το γιατί, έχω μόνο ένα ζευγάρι παπούτσια).
Το πού δεν είναι δύσκολο (παλιά σου τέχνη κόσκινο).
Μια και δυό πέρνω το δρόμο για την θάλασσα (ξέρεις εσύ). Φτάνω, κατεβαίνω απο το αυτοκίνητο και βγάζω τα παπούτσια. Μπροστά μου απλωνόταν η απέραντη παραλία. Σκέφτομαι απο μέσα μου :δεν μπορεί κάπου εδω θα είναι και θα περπατάει και αυτή. Χωρίς δεύτερη σκέψη ξεκινώ. Περπατώ, περπατώ, περπατώ. Τίποτα όμως. Κοιτάζω δεξιά και αριστερά μήπως είσαι κάπου.
Στο βάθος βλέπω μια ανθρώπινη φιγούρα να περπατά. Δεν το πιστεύω κάτι σκιρτάει μέσα μου. Μπορεί και να είσαι εσύ. Μεταξύ μας ποιός άλλος θα μπορούσε να είναι. Νομίζω έχεις την πρωτιά κάθε καλοκαίρι στο να οργώνεις τις παραλίες, πολύ περπάτημα αδερφάκι μου. Δεν χάνω χρόνο τρέχω προς το μέρος της φιγούρας. Φτάνω, ακουμπάω τον ώμο, γυρνάει ένα πρόσωπο που δεν γνωρίζω.
Απογοητεύομαι. Δεν είσαι εσύ (αλλά καταρίφθηκε ένας μύθος, υπάρχει και άλλος που περπατάει, ρομαντικά και μελαγχολικά στις παραλίες).
Η ώρα περνά και κανένα αποτέλεσμα. Με λούζει κρύος ιδρώτας. Αν δεν σε βρώ? Όχι δεν γίνεται αυτό. Πρέπει να κάνω γρηγορα. Πρέπει να σκεφτώ.
Αφού έβγαλα τρομακτικούς κάλους στις πατούσες μου, είπα να σταματήσω και να πάω στο plan b.
(πραγματικά εσένα οι δικές σου οι πατούσες δεν σε πονάνε που κάθε καλοκαίρι δρόμο πέρνεις δρόμο αφήνεις?)
Το plan b ήταν το εξής: να ξαμοληθώ σε όλα τα μπιτσόμπαρα. Δεν μπορεί λέω κάπου εκεί θα είναι και θα πίνει μπύρες και σφηνάκια. Νο 2 αγαπημένη συνήθεια (το περπάτημα είναι το ν.1).
Πάω στο ένα πάω στο άλλο, τρεχω πέρα- δώθε, τίποτα. Δεν είσαι πουθενά. Δεν είναι δυνατόν, δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό το πράγμα. Αν δεν περπατάς πρέπει οπωσδήποτε να πίνεις μπύρες με τους φίλους , να τραβάς φωτογραφίες, να έχεις να λές μετά ιστορίες (ερωτικές διότι είσαι ,βρε παιδί μου,πως να το κάνουμε ερωτιάρα ψυχή) και τα ρέστα.
Τίποτα όμως. Απελπισία. Θλίψη.
Επιστρέφω με βαριά καρδιά. Έχουν ανησυχήσει όλοι, έτσι όπως έφυγα χωρίς εξηγήσεις.
Πάω κάθομαι σε μια γωνιά και ανάβω τσιγάρο. Ένας ξαδερφος με πλησιάζει και με ρωτά πού ήμουν τόσες ώρες. Του απαντώ οτι είχα έρθει να σε βρώ αλλά πρίν τελείωσω την πρόταση μου λέει: Την κλείσαν πάλι μέσα, δωμάτιο 323, με ωραία θέα στον κήπο. Έπαθε πάλι τα γνωστά. Με το που μπήκε το καλοκαίρι ξεκίνησε τα παραληρήματα με το περπάτημα, τους μεγάλους έρωτες και τις ατελείωτες νύχτες στην παραλία με αλκοολ. Καταλάβαίνεις, στο συντριβάνι της πλατείας πήγαινε!